Αγγίζει το 3% του ΑΕΠ το πρωτογενές πλεόνασμα το 2024
Το πρωτογενές πλεόνασμα του κρατικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου 2024 ανήλθε στα 8,629 δισ. ευρώ, υπερβαίνοντας σημαντικά τον στόχο των 4,635 δισ. ευρώ που είχε τεθεί στον Προϋπολογισμό 2025, ενώ σημειώνει αξιοσημείωτη αύξηση από τα 3,920 δισ. ευρώ που καταγράφηκαν το 2023.
Τα στοιχεία αυτά, που προκύπτουν από την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού σε τροποποιημένη ταμειακή βάση, υπογραμμίζουν την επίτευξη ισχυρού δημοσιονομικού αποτελέσματος.
Παράλληλα, το συνολικό ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού παρουσίασε πλεόνασμα 300 εκατ. ευρώ, αντί για το έλλειμμα 3,6 δισ. ευρώ που είχε προβλεφθεί για την ίδια περίοδο. Το αποτέλεσμα αυτό αντικατοπτρίζει τη δημοσιονομική σύνεση που χαρακτηρίζει την οικονομική διαχείριση της κυβέρνησης, καθώς και την επιτυχή υλοποίηση εισπρακτικών και δαπανητικών πολιτικών.
Η απόκλιση από τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος εξηγείται εν μέρει από τα αυξημένα έσοδα του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά 612 εκατ. ευρώ και από τη μετακύλιση πληρωμών εξοπλιστικών προγραμμάτων στο 2025, καθώς και από την υποεκτέλεση μεταβιβάσεων προς Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ) ύψους 1,907 δισ. ευρώ. Τα παραπάνω ποσά δεν επηρεάζουν το δημοσιονομικό αποτέλεσμα, αλλά ενίσχυσαν το ταμειακό αποτέλεσμα. Ακόμη, τα φορολογικά έσοδα μετά επιστροφών ήταν αυξημένα κατά 467 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου, συμβάλλοντας στην καλύτερη των προσδοκιών απόδοση του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Καθοριστική συμβολή είχε η είσπραξη 3,241 δισ. ευρώ από τη νέα Σύμβαση Παραχώρησης της Αττικής Οδού, εκ των οποίων το καθαρό ποσό των 784,8 εκατ. ευρώ αφορά ΦΠΑ. Το ποσό αυτό μεταφέρθηκε λογιστικά από την κατηγορία «Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών» στην κατηγορία «Φόροι» κατά τον Δεκέμβριο, προκαλώντας αντίστοιχες ανακατανομές στα έσοδα του προϋπολογισμού. Οι εν λόγω συναλλαγές, αν και δημοσιονομικά ουδέτερες, τροποποίησαν τα επιμέρους ταμειακά στοιχεία.
Το συνολικό ύψος των καθαρών εσόδων για το 2024 διαμορφώθηκε στα 74,041 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 1,58% έναντι του στόχου. Η αύξηση αυτή αποδίδεται κυρίως στα έσοδα του ΠΔΕ και στις αυξημένες φορολογικές εισπράξεις. Οι επιστροφές εσόδων έφτασαν τα 8,011 δισ. ευρώ, ενώ εξαιρουμένου του ποσού από τη Σύμβαση Παραχώρησης, διαμορφώθηκαν στα 7,226 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 96 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο.
Η διαχείριση των δαπανών αποδείχθηκε εξίσου σημαντική, καθώς οι συνολικές πληρωμές για το έτος ανήλθαν στα 73,741 δισ. ευρώ, μειωμένες κατά 2,749 δισ. ευρώ σε σχέση με τον στόχο. Οι μειωμένες δαπάνες προέκυψαν κυρίως από την υποεκτέλεση εξοπλιστικών προγραμμάτων και μεταβιβάσεων προς τους ΟΚΑ, αλλά και από τη συγκράτηση λειτουργικών δαπανών. Στον τομέα των επενδύσεων, οι πληρωμές αυξήθηκαν στα 13,314 δισ. ευρώ, σημειώνοντας άνοδο κατά 2,113 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο έτος.
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, δήλωσε ότι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος κοντά στο 3% του ΑΕΠ αποτελεί απόδειξη της οικονομικής ανθεκτικότητας της χώρας, παρά τις διεθνείς προκλήσεις. «Η Ελλάδα, μετά από μια δύσκολη δεκαετία, επιβεβαιώνει ότι μπορεί να σταθεί ισχυρή απέναντι σε αντίξοες συνθήκες. Η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και η βελτίωση της οικονομικής απόδοσης αποτελούν βασικούς πυλώνες της πολιτικής μας», ανέφερε ο υπουργός.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στα έσοδα από τη μείωση της φοροδιαφυγής, που εκτιμώνται σε 2 δισ. ευρώ, καθώς και στην υψηλότερη από την αναμενόμενη ανάπτυξη της οικονομίας. Ο υπουργός τόνισε ότι η πολιτική επιστροφής των δημοσιονομικών πλεονασμάτων στην κοινωνία μέσω φορολογικών μειώσεων και ενίσχυσης κοινωνικών παροχών θα συνεχιστεί, ενώ προανήγγειλε περαιτέρω μειώσεις φόρων το 2025, εφόσον το επιτρέψουν οι διεθνείς συνθήκες.
Στα σχέδια για το νέο έτος περιλαμβάνονται μέτρα για την προσέλκυση επενδύσεων, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και την τόνωση των εξαγωγών. Ο κ. Χατζηδάκης υπογράμμισε ότι η κυβέρνηση παραμένει προσηλωμένη στη διασφάλιση μακροοικονομικής σταθερότητας και στην ταυτόχρονη προώθηση μικροοικονομικών πολιτικών που θα ενισχύσουν την ελληνική οικονομία μακροπρόθεσμα.
Οι απόψεις που εκφράζονται στα σχόλια των άρθρων δεν απηχούν κατ’ ανάγκη τις απόψεις της ιστοσελίδας μας, το οποίο ως εκ τούτου δεν φέρει καμία ευθύνη. Για τα άρθρα που αναδημοσιεύονται εδώ με πηγή, ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο την ιστοσελίδα.